Οι ασθενείς συχνά αναφέρουν ως σύμπτωμα τον ίλιγγο, που ορίζεται ως αίσθημα περιστροφής του περιβάλλοντος. Ο ίλιγγος που σχετίζεται με το αυτί συνήθως έρχεται ξαφνικά και συνοδεύεται από ναυτία ή και εμετούς. Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να συνοδεύεται από εμβοές (βουητά) στα αυτιά ή και πτώση της ακοής.
Ο ρόλος του ειδικού Ωτορινολαρυγγολόγου είναι να πιστοποιήσει ή να αποκλείσει την ύπαρξη πάθησης του λαβυρίνθου που είναι το περιφερικό όργανο της ισορροπίας. Για το σκοπό αυτό εκτελούνται συγκεκριμένες δοκιμασίες και, σε περίπτωση θετικών ευρημάτων, θεραπευτικοί χειρισμοί κατά περίπτωση. Η έγκαιρη διάγνωση και σωστή αντιμετώπιση τέτοιων διαταραχών μπορεί να ανακουφίσει τον ασθενή και να τον «γλιτώσει» από τη διενέργεια άσκοπων παρακλινικών εξετάσεων.
Οι εμβοές (βουητά) αποτελούν ίσως το πιο ενοχλητικό σύμπτωμα για τους ασθενείς. Θα πρέπει να διευκρινιστεί αν είναι συνεχείς ή διαλείπουσες, καθώς και αν είναι αγγειακής αιτιολογίας ή όχι.
Συνήθως οφείλονται σε άλλου βαθμού πτώση της ακοής ή γενικότερα σε δυσλειτουργία του οργάνου της ακοής, παροδική ή μόνιμη. Στις περιπτώσεις αυτές, η επίλυση του συγκεκριμένου προβλήματος (βελτίωση ακοής) συνήθως ελαττώνει ή και εξαφανίζει τις εμβοές.
Πολλές φορές, όμως, οι εξετάσεις στις οποίες υποβάλλεται ο ασθενής δεν καταδεικνύουν παθολογικά ευρήματα, γεγονός που αποδεικνύει το υποκειμενικό του χαρακτήρα τους. Απαιτείται λοιπόν επιμονή και υπομονή στη λήψη ενός καλού ιστορικού, αλλά και στην εξατομικευμένη προσέγγιση του κάθε ασθενούς, στην προσπάθεια εξάλειψης αυτού του ενοχλητικού συμπτώματος.
Στην αντιμετώπιση του προβλήματος βοηθά συνήθως η ενδεδειγμένη φαρμακευτική αγωγή, καθώς και στρατηγικές ηχοκάλυψης των εμβοών κατά περίπτωση.